23 Απρ 2020

Λοιμώχθηκε... ο Βρούτσης αλλά δεν εκδιώχθηκε

Η παρέμβαση του Μαξίμου πήρε διαστάσεις διαπόμπευσης, η οποία ωστόσο δεν έφτασε και στην αποπομπή του, όπως λογικά θα αναμενόταν


   «Στο περιεχόμενο κατάρτισης, το οποίο σε πολλά σημεία δεν ήταν αυτό που αντιστοιχεί σε ένα τέτοιο πρόγραμμα», και όχι στην κατακραυγή για τη σκανδαλώδη και αδιαφανή ανάθεση της τηλεκατάρτισης των επιστημόνων σε 7 πλατφόρμες απέδωσε ο υπουργός Εργασίας την κατάργηση του περιβόητου προγράμματος. Κατάργηση την οποία επέβαλε ο πρωθυπουργός, μετά και την «οικουμενική» αποκήρυξη του προγράμματος που κατασκεύασε το δίδυμο Βρούτση-Στρατινάκη για να πάρουν, σε δύο δόσεις, 600 ευρώ οι 160.000 επιστήμονες που επλήγησαν από την πανδημία.
   Ο κ. Βρούτσης, αποφεύγοντας να αναλάβει την πολιτική ευθύνη, περιορίστηκε με τη χθεσινή του ανακοίνωση να αποδώσει την κατάργηση ενός προγράμματος, που θα στοίχιζε 190 εκατομμύρια, ευρώ σε «τυχόν αστοχίες οι οποίες, όπως έγινε και σε άλλες περιπτώσεις, εντοπίζονται και διορθώνονται». Με την ανακοίνωση, που εξαναγκάστηκε να εκδώσει, επιχείρησε και πάλι να διασκεδάσει τις εντυπώσεις αποφεύγοντας έστω και την παραμικρή αναφορά στην ουσία των καταγγελιών, που δεν αφορούσαν μόνο το περιεχόμενο αλλά και τη μεθόδευση επιλογής των παρόχων της τηλεκατάρτισης, όπως αποκάλυψε η «Εφ.Συν.» δημοσιοποιώντας και σχετικό οπτικό υλικό στο χθεσινό της φύλλο, ένα εικοσιτετράωρο μετά την καταγγελία του προγράμματος και από την ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων της χώρας.
   «Σε συνθήκες έκτακτες και στο πλαίσιο των κυβερνητικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, επελέγη η στήριξη έξι επιστημονικών κλάδων, μέσω ενός προγράμματος ασύγχρονης τηλεκατάρτισης, με επιταγή κατάρτισης (voucher). Στόχος του προγράμματος δεν ήταν μόνο η στήριξη του εισοδήματος του επιστημονικού δυναμικού της χώρας, αλλά και η αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων των ωφελουμένων, με προφανή οφέλη για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των αντίστοιχων κλάδων και κατ’ επέκταση για την ελληνική οικονομία», αναφέρει ο κ. Βρούτσης. Μάλιστα σπεύδει να συνδέσει το πρόγραμμα με την έγνοια του υπουργείου για τις... δεξιότητες. «Κλειδί για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των καταρτιζομένων και τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία ήταν η διαμόρφωση ενός ποιοτικού περιεχομένου κατάρτισης.
   Δυστυχώς, το περιεχόμενο, σε πολλά σημεία του δεν ήταν αυτό που αντιστοιχεί σε ένα τέτοιο πρόγραμμα. Και, βεβαίως, δεν υπηρετεί απόλυτα τον σκοπό για τον οποίο αρχικά επελέγη από την κυβέρνηση. Για τον λόγο αυτό, αφού προηγήθηκε σχετική έρευνα με απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης επιστημόνων, με τηλεκατάρτιση, καταργείται. Οι επιστήμονες, όμως, τους οποίους αφορούσε το πρόγραμμα θα λάβουν κανονικά την ενίσχυση των 600 ευρώ για τον μήνα Απρίλιο χωρίς προϋποθέσεις», σημειώνει ο υπουργός Εργασίας, προαναγγέλλοντας και αξιολόγηση των ΚΕΚ «με εντολή του πρωθυπουργού» και «μέσω ενδελεχούς ελέγχου της ποιότητας των προγραμμάτων κατάρτισης και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού».
   Στην ανακοίνωση του υπουργού Εργασίας υπογραμμίζεται με τον πιο προφανή τρόπο ότι το μέγαρο Μαξίμου ενοχλήθηκε σφόδρα από τους ολέθριους χειρισμούς του, ιδιαίτερα στον βαθμό που οι χειρισμοί αυτοί εκθέτουν τον ίδιο τον πρωθυπουργό και πρόσωπα της οικογένειάς του. Ετσι, η παρέμβαση του Μαξίμου πήρε διαστάσεις διαπόμπευσης του αρμόδιου υπουργού, η οποία ωστόσο δεν έφτασε και στην αποπομπή του, όπως λογικά θα αναμενόταν.
   Είναι αξιοσημείωτο ότι ο κ. Βρούτσης, δικαιολογώντας ακόμη και την τελευταία στιγμή την επιλογή του για ένα πρόγραμμα που προκάλεσε το σοβαρότερο πλήγμα στην αξιοπιστία της κυβέρνησης, και μάλιστα στις ακραίες συνθήκες της υγειονομικής κρίσης, σπεύδει να κλείσει την ανακοίνωσή του λέγοντας ότι η αξιολόγηση και ο έλεγχος της ποιότητας των ΚΕΚ «δεν συνέβη τα τελευταία χρόνια».
   Αλλά κι εδώ η ιστορία έχει γράψει τη δική της αλήθεια: Υστερα από τη διαρκή υποβάθμιση που υπέστη το θεσμικό πλαίσιο των παρόχων (ΚΕΚ) και των προγραμμάτων, με αλλοίωση όλων των ποιοτικών κριτηρίων από την κυβέρνηση της Ν.Δ. και τον νόμο Αρβανιτόπουλου, ο οποίος έδωσε σταδιακά τη δυνατότητα να γίνει ΚΕΚ ακόμη και το τελευταίο φρονιστήριο της γειτονιάς, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να εξυγιάνει το σύστημα. Η επιμονή τής τότε αναπληρώτριας υπουργού Εργασίας Ράνιας Αντωνοπούλου να εξυγιάνει τα προγράμματα, περιορίζοντας το κέρδος των ενδιαμέσων, ώστε να ευνοούνται περισσότερο οι συμμετέχοντες στα προγράμματα κατάρτισης, ήταν αξιοσημείωτη.
   Και η τότε ηγεσία του υπουργείου Εργασίας κατάφερε να αλλάξει την κακή εικόνα που είχε το υπουργείο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δυστυχώς η εξυγίανση δεν έφτασε στο σύνολο των παρόχων, οι οποίοι τέθηκαν υπό αυστηρό έλεγχο αποκλείοντας τις λοβιτούρες του παρελθόντος.

  «Oμολογία αποτυχίας και ενοχής»
   Η ανακοίνωση της κατάργησης του προγράμματος της τηλεκατάρτισης μετά τον σάλο που προκάλεσαν τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα της «Εφ.Συν.» και άλλων μέσων σχολιάστηκε δεόντως από τους πολιτικούς αρχηγούς, με τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει λόγο για «ομολογία αποτυχίας και ενοχής της κυβέρνησης Μητσοτάκη» και τη Φώφη Γεννηματά να ζητά την παραίτηση του υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση. «Η κακήν-κακώς απόσυρση του προγράμματος της τηλεκατάρτισης από την κυβέρνηση, μετά την ογκούμενη αγανάκτηση και τις αντιδράσεις που προκάλεσε, συνιστά ομολογία αποτυχίας αλλά και ενοχής για την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
   Ενοχής για το τεράστιο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκονται συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα που σύμφωνα με τις αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών συνδέονται ευθέως με το ίδιο το κόμμα της Ν.Δ.», ανέφερε στη δήλωσή του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατηγόρησε την κυβέρνηση της Ν.Δ. ότι βρήκε την κρίση της πανδημίας «ως ευκαιρία για να στήσει δουλειές εκατομμυρίων». Ακολούθως, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άφησε αιχμή για το γεγονός ότι η κατάργηση του προγράμματος δεν συνοδεύεται από την αποπομπή του αρμόδιου υπουργού, κάτι που είχε ζητήσει εξαρχής ο ΣΥΡΙΖΑ. «Ο δε κ. Βρούτσης, όσο ακόμη βρίσκεται στη θέση του, τόσο μας φανερώνει ότι τη δουλειά την έστησε με συνευθύνη του μεγάρου Μαξίμου. Ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί πια να κρύβεται πίσω από τα χάδια και τα λιβάνια των ΜΜΕ. Οφείλει να έρθει στη Βουλή και να απολογηθεί για το οικονομικό σκάνδαλο πρώτου μεγέθους που επιχείρησε να στήσει εν μέσω πανδημίας, υποτιμώντας τη νοημοσύνη του επιστημονικού κόσμου της χώρας», κατέληγε η δήλωση του Αλέξη Τσίπρα.

 Δύο γραμμές στην κυβέρνηση
   Νωρίτερα χθες, και πριν τελικά το υπουργείο Εργασίας ανακοινώσει την κατάργηση των vouchers, στην κυβέρνηση επικρατούσαν δύο απόψεις για το θέμα. Η πρώτη εκφραζόταν από τον υπουργό Ανάπτυξης Αδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος επιδόθηκε σε ένα απίστευτο κρεσέντο λαϊκισμού, τόσο στον τηλεοπτικό σταθμό Open όσο και στην ΕΡΤ, εξαπολύοντας ύβρεις και συκοφαντίες κατά της «Εφ.Συν.», αλλά και ενάντια σε άλλα ΜΜΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλέξη Τσίπρα, αλλά και την Εφη Αχτσιόγλου.
   Η άλλη γραμμή εκφραζόταν από τον υπουργό Επικρατείας, Γιώργο Γεραπετρίτη, ο οποίος μιλώντας στον ΣΚΑΪ ανέφερε ότι «δεν υπήρχε ο χρόνος για να υπάρξει η αναγκαία πιστοποίηση των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να υπάρχει διαβαθμισμένη ποιότητα και η αλήθεια είναι ότι σε ένα τέτοιου τύπου πρόγραμμα που αποσκοπεί πρωτίστως στο να παρέχει δεξιότητες σε επιστημονικούς κλάδους που ήδη έχουν επιστημονική γνώση κεφαλαιοποιημένη», ενώ υποσχέθηκε διορθώσεις λέγοντας: «Αυτό δεν ανταποκρίνεται στα δικά μας δεδομένα. Θα υπάρξουν άμεσες διορθωτικές κινήσεις». Τελικά, η... διόρθωση μετατράπηκε σε ακύρωση χθες το απόγευμα, επιβεβαιώνοντας το κυβερνητικό φιάσκο που κρατούσε από τη Μεγάλη Πέμπτη.

  Δριμύ κατηγορώ από την αντιπολίτευση στη Βουλή
   ΣΥΡΙΖΑ: Γιατί ευνοήθηκαν οι συγκεκριμένοι και πόσο απροσχημάτιστα η κυβέρνηση προχωρά σε τέτοιες πολιτικές επιλογές;
   ΚΙΝ.ΑΛΛ.: Πρώτα αποφασίζει η κυβέρνηση τις ΠΝΠ, μετά εφαρμόζονται τα μέτρα και μετά τα ψηφίζουμε
   ΚΚΕ: Στόχος να ταϊστούν από τα λεφτόδεντρα οι επιχειρηματίες των κέντρων
   Τα πρώτα κοινοβουλευτικά πυρά για τα προγράμματα τηλεκατάρτισης δέχτηκε χθες η κυβέρνηση κατά την επανεκκίνηση των εργασιών της Βουλής μετά τις ολιγοήμερες διακοπές του Πάσχα.
   Στη διάρκεια της συζήτησης για την 5η ΠΝΠ (με τα μέτρα της 30/3/2020) από τις επιτροπές Κοινωνικών και Οικονομικών Υποθέσεων, οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης εξαπέλυσαν σκληρή κριτική για το σκάνδαλο με τα vouchers, απαιτώντας από την κυβέρνηση να ακυρώσει τη διαδικασία, εντάσσοντας το επιστημονικό προσωπικό στους δικαιούχους των ρυθμίσεων των 800 ευρώ.
   Επαναλαμβάνοντας πως ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν θα επιτρέψει την επιστροφή της χώρας στην εποχή της κατασπατάλησης του δημόσιου χρήματος», ο εισηγητής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ν. Ζαχαριάδης επέμεινε πως η κυβέρνηση οφείλει εξηγήσεις. «Για ποιο λόγο ξοδεύτηκαν τα 80 εκατ. στους κατόχους πλατφόρμας; Βοά το πανελλήνιο από πλείστα παραδείγματα. Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί ευνοήθηκαν οι συγκεκριμένοι και το πόσο απροσχημάτιστα η κυβέρνηση προχωρά σε τέτοιες πολιτικές επιλογές», δήλωσε, προσθέτοντας πως πρόκειται για κορυφαίο σκάνδαλο που «προσβάλλει τους επιστήμονες και τη μεσαία τάξη, προκειμένου να πλουτίσουν διάφορα κέντρα με κυβερνητική κάλυψη».
   Επικεντρώνοντας και από την πλευρά του ΚΙΝ.ΑΛΛ. στην τηλεκατάρτιση, ο Μιχ. Κατρίνης δήλωσε ότι «προσβάλλει τους επιστήμονες και δείχνει πως η κυβέρνηση είναι αναξιόπιστη». Εξέφρασε ταυτόχρονα δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς, σχολιάζοντας πως «ζούμε σε μοντέλο αντεστραμμένης δημοκρατίας. Πρώτα αποφασίζει η κυβέρνηση τις ΠΝΠ, μετά εφαρμόζονται τα μέτρα και μετά τα ψηφίζουμε…».
   Η εκπρόσωπος του ΚΚΕ, τέλος, Μ. Κομνηνάκα υποστήριξε πως ο στόχος των προγραμμάτων τηλεκατάρτισης είναι «να ταϊστούν από τα λεφτόδεντρα οι επιχειρηματίες των κέντρων», ενώ αναφερόμενη στα κυβερνητικά μέτρα δήλωσε πως ευνοούν κατά προτεραιότητα τις μεγάλες επιχειρήσεις και ότι προσφέρουν «πρώτης τάξεως ευκαιρία» για αυθαιρεσίες από την πλευρά των εργοδοτών.
Η ΑΠΟΨΗ στη σημερινή ΕΦ.ΣΥΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.