Οι Βρυξέλλες προσγειώνουν τον Μητσοτάκη και τις υποσχέσεις του
Οταν έχουν προηγηθεί τρία μνημόνια και έξι κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή τους, όταν είναι γνωστό από την εμπειρία της προηγούμενης κυβέρνησης ότι και η μεταμνημονιακή ενισχυμένη εποπτεία, αν και σαφώς χαλαρότερη, δεν είναι ανώδυνη, η σημερινή κυβέρνηση δεν δικαιούται να επικαλεστεί ούτε άγνοια ούτε έκπληξη από τη συμπεριφορά των δανειστών.
Ουσιαστικά, τόσο οι τεχνοκράτες των τεχνικών κλιμακίων όσο και οι επικεφαλής των θεσμών κάνουν το μόνο που ξέρουν -και εντέλλονται- να κάνουν: αμφισβητούν τα μεγέθη του προϋπολογισμού και τις εκτιμήσεις της εκάστοτε κυβέρνησης και περνούν από στενή κρησάρα κάθε εξαγγελία της με δημοσιονομικό κόστος.
Δεν το κάνουν γιατί είναι «κακοί». Ούτε γιατί, ένας προς έναν, έχουν εμβολιαστεί με το «πιστεύω» της λιτότητας. Το κάνουν γιατί η εντολή τους είναι να διασφαλίσουν ότι οι δανειστές της χώρας θα συνεχίσουν να παίρνουν πίσω τα λεφτά τους.
Στη ρουτίνα των αξιολογήσεων, συχνά, ξεχνούμε ότι ακόμη και το χαλαρό πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκονται τα συμφωνημένα πλεονάσματα, άλλο στόχο δεν έχει από την εξυπηρέτηση του χρέους, μέχρι να εξοφληθεί το μεγαλύτερο μέρος του.
Έτσι, το φιλόδοξο οικονομικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της Ν.Δ., οι υποσχέσεις της για φορολογικές ελαφρύνσεις, πρώτα προς τις επιχειρήσεις και την περιούσια μεσαία τάξη, οι υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις της για απογείωση της ανάπτυξης, σε πείσμα της διεθνούς επιβράδυνσης και της απειλής ύφεσης στην Ευρώπη, ήταν αναπόφευκτο να μπουν στη βάσανο των εκπτώσεων.
Η ιδεολογική συγγένεια της κυβέρνησης με τους τεχνοκράτες της Ε.Ε. δεν αρκεί ως «εισιτήριο ελευθέρας». Φυσικά, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων, στο τέλος όλα κρίνονται στην πολιτική διαπραγμάτευση, στο επίπεδο του Eurogroup ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη έχει παραιτηθεί προκαταβολικά από αυτή τη διαπραγμάτευση. Πρώτα, δηλώνοντας ότι δεν διεκδικεί μείωση πλεονασμάτων από το 2020, όπως ακόμη και το ΔΝΤ προτείνει. Και έπειτα, με την απουσία της από τη μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει στην ευρωζώνη για επείγουσα αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, την οποία υποστηρίζει ηχηρά και ο σημερινός προσκεκλημένος της κυβέρνησης, επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί.
πηγή
Οταν έχουν προηγηθεί τρία μνημόνια και έξι κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή τους, όταν είναι γνωστό από την εμπειρία της προηγούμενης κυβέρνησης ότι και η μεταμνημονιακή ενισχυμένη εποπτεία, αν και σαφώς χαλαρότερη, δεν είναι ανώδυνη, η σημερινή κυβέρνηση δεν δικαιούται να επικαλεστεί ούτε άγνοια ούτε έκπληξη από τη συμπεριφορά των δανειστών.
Ουσιαστικά, τόσο οι τεχνοκράτες των τεχνικών κλιμακίων όσο και οι επικεφαλής των θεσμών κάνουν το μόνο που ξέρουν -και εντέλλονται- να κάνουν: αμφισβητούν τα μεγέθη του προϋπολογισμού και τις εκτιμήσεις της εκάστοτε κυβέρνησης και περνούν από στενή κρησάρα κάθε εξαγγελία της με δημοσιονομικό κόστος.
Δεν το κάνουν γιατί είναι «κακοί». Ούτε γιατί, ένας προς έναν, έχουν εμβολιαστεί με το «πιστεύω» της λιτότητας. Το κάνουν γιατί η εντολή τους είναι να διασφαλίσουν ότι οι δανειστές της χώρας θα συνεχίσουν να παίρνουν πίσω τα λεφτά τους.
Στη ρουτίνα των αξιολογήσεων, συχνά, ξεχνούμε ότι ακόμη και το χαλαρό πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκονται τα συμφωνημένα πλεονάσματα, άλλο στόχο δεν έχει από την εξυπηρέτηση του χρέους, μέχρι να εξοφληθεί το μεγαλύτερο μέρος του.
Έτσι, το φιλόδοξο οικονομικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της Ν.Δ., οι υποσχέσεις της για φορολογικές ελαφρύνσεις, πρώτα προς τις επιχειρήσεις και την περιούσια μεσαία τάξη, οι υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις της για απογείωση της ανάπτυξης, σε πείσμα της διεθνούς επιβράδυνσης και της απειλής ύφεσης στην Ευρώπη, ήταν αναπόφευκτο να μπουν στη βάσανο των εκπτώσεων.
Η ιδεολογική συγγένεια της κυβέρνησης με τους τεχνοκράτες της Ε.Ε. δεν αρκεί ως «εισιτήριο ελευθέρας». Φυσικά, όπως έχει αποδείξει η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων, στο τέλος όλα κρίνονται στην πολιτική διαπραγμάτευση, στο επίπεδο του Eurogroup ή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη έχει παραιτηθεί προκαταβολικά από αυτή τη διαπραγμάτευση. Πρώτα, δηλώνοντας ότι δεν διεκδικεί μείωση πλεονασμάτων από το 2020, όπως ακόμη και το ΔΝΤ προτείνει. Και έπειτα, με την απουσία της από τη μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει στην ευρωζώνη για επείγουσα αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, την οποία υποστηρίζει ηχηρά και ο σημερινός προσκεκλημένος της κυβέρνησης, επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.