27 Δεκ 2017

Γιατί τα κόμματα και το σύστημα φοβούνται την «καθαρή» έξοδο

Που θα σταθούν μετά;

   Ίσως, το μοναδικό πράγμα, για το οποίο θα έπρεπε να βρουν σημείο σύγκλισης τα πολιτικά κόμματα, οι συνδικαλιστικές παρατάξεις και τα επιχειρηματικά λόμπι της χώρας, είναι η 20η Αυγούστου 2018, όταν δηλαδή ολοκληρώνεται ημερολογιακά η διαδικασία κατοχής της Ελλάδας από τους διεθνείς δανειστές της.
   Η απελευθέρωση από τον ασφυκτικό ζυγό των μνημονίων και η αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές, θα έπρεπε να αποτελεί το ζητούμενο, το επιδιωκόμενο και το ευκταίο για όλους, συνενώνοντας τους πάντες εντός της χώρας σε αυτό τον στρατηγικό στόχο.
   Κι όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Κυβέρνηση και σύμπασα η αντιπολίτευση (σε ένα σώμα και μια ψυχή), ερίζουν για το εάν θα είναι καθαρή ή ελεγχόμενη η έξοδος από το μνημόνιο, για το πόσο θα μας κοστίσει σε νέα μέτρα η «ελευθερία», για το εάν υπάρχει κάποια κρυφή ή φανερή νέα εποπτεία στο βάθος των αιώνων και άλλα ηχηρά παρόμοια. Το χειρότερο ωστόσο είναι ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ορισμένα επιχειρηματικά συμφέροντα προσπαθούν να δημιουργήσουν αρνητικά τετελεσμένα, προκειμένου να αποφευχθεί η όσο το δυνατόν πιο «καθαρή» απεμπλοκή της χώρας από τη μέγγενη των δανειστών.
   Ο αρχηγός της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε κάθε ευκαιρία κάνει λόγο για ένα κρυφό μνημόνιο που έχει υπογραφεί, η Φώφη Γεννηματά μιλάει για μια αέναη εποπτεία, ο Σταύρος Θεοδωράκης διατείνεται ότι η χώρα αντιμετωπίζει ακόμη το ενδεχόμενο χρεοκοπίας, ο Δημήτρης Κουτσούμπας υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει παραδοθεί στους αιμοσταγείς καπιταλιστές και οι Χρυσαυγίτες επαναφέρουν το «Γουδή».
   Κορυφαία, ωστόσο, πράξη απαξίωσης της προσπάθειας, θεωρείται η παρέμβαση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος έσπευσε να υποδείξει το δρόμο της νέας εποπτείας της χώρας, ρίχνοντας στο διεθνή στίβο των αγορών την ανάγκη παροχής «προληπτικής στήριξης» στην Ελλάδα, αμέσως μόλις ολοκληρωθεί το πρόγραμμα. Στην ουσία πρότεινε μια διαρκή επιτήρηση από τους ευρωπαίους δανειστές.
   Υπάρχουν, βεβαίως, και επιχειρηματίες που δεν επιθυμούν να έχει αίσιο τέλος η υπόθεση ελληνικά μνημόνια. Αυτοί παίζουν με τη βιωσιμότητα τους τραπεζικού συστήματος. Με πρόταγμα τα «κόκκινα δάνεια» και τους πλειστηριασμούς, καλλιεργούν κλίμα νέας ανακεφαλαιοποίησης στις τράπεζες, εξέλιξη που, αν συμβεί, θα τινάξει στον αέρα το εγχείρημα της ολοκλήρωσης του δημοσιονομικού προγράμματος της ελληνικής οικονομίας.
   Στο ερώτημα γιατί όλη αυτή η δραστηριότητα, η απάντηση είναι απλή: Προηγείται το ατομικό και κομματικό συμφέρον από το εθνικό. Τα πολιτικά πρόσωπα και τα κόμματα, που διαχειρίστηκαν την χρεοκοπία της χώρας, τρέμουν το τέλος των μνημονίων και την καθαρή έξοδο, γιατί αυτομάτως τελειώνουν πολιτικά και ηθικά. Που θα σταθούν μετά οι «φωτισμένοι» ηγέτες και οι παντός καιρού «σωτήρες» του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, όταν θα γίνει συνείδηση του λαού πως αυτοί έφεραν στη χώρα τα μνημόνια και άλλος τα έδιωξε;
   Από την άλλη, καταρρέει η παλαιά κρατικοδίαιτη επιχειρηματική «ελίτ», η οποία συνέχισε να δανείζεται από τις τράπεζες εκατοντάδες εκατομμύρια –και χωρίς εγγυήσεις- την περίοδο 2010-2014, όταν τα πιστωτικά ιδρύματα είχαν χρεοκοπήσει και η επιβίωσή τους οφείλεται στα δάνεια της τρόικας που βαρύνουν τον ελληνικό λαό.
   Ολόκληρο το παλαιό σύστημα εξουσίας γνωρίζει καλά ότι μια θετική εξέλιξη στην οικονομία, καθιστά τον Αλέξη Τσίπρα και το κόμμα του κυρίαρχους στην εγχώρια πολιτική σκηνή και ταυτόχρονα δημιουργούνται νομοτελειακά νέοι κανόνες στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Οι γόνοι, οι επίγονοι και οι απόγονοι τελειώνουν, καθώς επίσης και η «ελέω ισχυρών συμφερόντων» δημιουργία και λειτουργία κομμάτων. Όσο για τους «Μεσσίες» -που έχουμε πολλούς τέτοιους στη χώρα, μάλλον θα πρέπει να ψάξουν άλλη δραστηριότητα για να ευδοκιμήσουν.
γράφει ο Σωτήρης Καψώχας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.