Είναι δύσκολο; Ναι, προφανώς είναι. Αλλά ισχύουν 4 πράγματα και δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα απολύτως
Είναι γεγονός ότι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι πιο κάτω από τις προσδοκίες του κόσμου της Αριστεράς.
Η διαφορά των εκλογικών ποσοστών ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές είναι μεγάλη και το ποσοστό της Δεξιάς υψηλότερο από το 30%. Αυτό σημαίνει ότι η Ν.Δ. ξεκινά την κούρσα για τις εθνικές εκλογές με ένα σημαντικό προβάδισμα. Και, προφανώς, η Αριστερά πρέπει να επαναπροσδιορίσει, όχι τη στρατηγική της, γιατί αυτή ήταν σωστή, αλλά την τακτική της και την επικοινωνιακή αξιοπιστία της.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αριστερά καλείται να ανατρέψει έναν αρκετά δυσμενή συσχετισμό. Και για να το καταφέρει, πρέπει να εργαστεί σοβαρά. Να διερευνήσει τα βασικά αίτια της ήττας, να διαγνώσει τις υποκειμενικές της αδυναμίες, να πάρει σοβαρά μέτρα για την αντιμετώπισή τους και να βελτιώσει τη στρατηγική της απέναντι στον βασικό της αντίπαλο.
Είναι δύσκολο; Ναι, προφανώς είναι. Αλλά θα πρέπει η Αριστερά να καταλάβει ότι έχει ανταποκριθεί σε πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις. Ήταν πολύ δυσκολότερο να διαγράψει την πορεία από το 3,5% στην εκλογική νίκη του 2015. Αλλά το κατάφερε. Και ήταν εκατό φορές πιο δύσκολο να διαχειριστεί πολιτικά τον επώδυνο συμβιβασμό του Ιουλίου του 2015 και το τρίτο Μνημόνιο με τις τέσσερεις διαδοχικές αξιολογήσεις και τη μείωση του χρέους. Και αυτό το κατάφερε. Γι' αυτό, ό,τι και αν γίνει, οι αριστερές και οι αριστεροί, είτε σε επίπεδο βάσης είτε σε επίπεδο ηγεσίας, οφείλουν να θυμούνται πώς έχουμε φτάσει μέχρι εδώ:
Πρώτον: Η Αριστερά τίμησε την εντολή που πήρε από τον ελληνικό λαό, τον Σεπτέμβριο του 2015. Είχε πει ότι θα φέρει εις πέρας το 3ο Μνημόνιο, την τρίτη δέσμη μέτρων που είχε επιβληθεί καταναγκαστικά στη χώρα. Ότι θα πιάσει τους στόχους, φροντίζοντας να επιβαρυνθούν όσο το δυνατόν λιγότερο οι πιο αδύναμοι και αυτοί που σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος της κρίσης. Ότι θα βάλει την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης. Ότι με τη λήξη των προγραμμάτων θα επαναφέρει τη χώρα σε μια κατάσταση κανονικότητας και θα αποκαταστήσει κατά το μέγιστο δυνατόν την εθνική μας κυριαρχία. Και ότι θα ξεκινήσει άμεσα ένα σχέδιο αναδιανομής και ελαφρύνσεων, που θα στοχεύει στους κοινωνικά αδύναμους, αλλά και στην πραγματική οικονομία. Ένα σχέδιο, στην ψήφιση του οποίου σύρθηκε, θέλοντας και μη, η Ν.Δ. Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να προσάψει στην Αριστερά ότι άλλαξε γραμμή και ανάλυση, ότι παραιτήθηκε από αυτό που είχε υποσχεθεί, ότι δεν πάλεψε αρκετά τους στόχους της, ότι δεν έκανε αυτό που είχε υποσχεθεί. Και αυτό πρέπει να μην το ξεχνάμε.
Δεύτερον: Η Αριστερά έχει ανασυγκροτήσει τις κοινωνικές της συμμαχίες. Δεν είναι στο 2016, όπου είχε να διαχειριστεί τη διάψευση των προσδοκιών του πρώτου επταμήνου, τον θυμό των απογοητευμένων οπαδών της και τη ρευστοποίηση του κοινωνικού μπλοκ που την στήριξε. Η κυβέρνηση της Αριστεράς πορεύτηκε έναν πολύ δύσκολο δρόμο. Έδωσε σκληρές μάχες, με μικρό πολιτικό αντίκρυσμα. Αλλά μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, η Αριστερά συγκροτεί και πάλι τις κοινωνικές της συμμαχίες Με την έννοια ότι υπάρχουν πλατιά κοινωνικά στρώματα που αυτή τη στιγμή έχουν απόλυτη συνείδηση του ότι τα συμφέροντά τους, στο πλαίσιο μιας δίκαιης ανάπτυξης με καθαρό κοινωνικό πρόσημο, είναι ταυτισμένα με την Αριστερά. Και ότι η επιστροφή της Ν.Δ. στα πράγματα θα σημάνει τεράστια κοινωνική οπισθοδρόμηση.
Τρίτον: Η Αριστερά έδωσε μια έντιμη μάχη. Και ας προσπαθούν να της προσάψουν οι αντίπαλοί της, ότι ενέδωσε στις δικές τους βρόμικες τακτικές. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι, ακόμα και αν κάνει λάθη -γιατί όλοι κάνουν λάθη-, η Αριστερά παραμένει η πιο τίμια και καθαρή πολιτική δύναμη. Δεν τρέφει στους κόλπους της αντιδραστικά φίδια ούτε κλόουν της πολιτικής. Και δεν εξαπολύει εκστρατείες διαστρέβλωσης και μίσους στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν έπεσε στο επίπεδο των αντιπάλων της, που το τελευταίο διάστημα ξεπέρασαν κάθε όριο πολιτικής αλητείας. Και γι' αυτό μπορεί να μιλάει στο όνομα της Δημοκρατίας και του πολιτικού πολιτισμού.
Και τέταρτον: η Αριστερά έχει ένα ξεκάθαρο αφήγημα για την επόμενη μέρα. Μιλά για δίκαιη ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο, για την «Ελλάδα των πολλών». Μιλά για την υπεράσπιση της κοινωνίας από τα θατσερικά και τα πινοσετικά σχέδια του Κ. Μητσοτάκη. Για την εμπέδωση της διαφάνειας και τη διερεύνηση των σκανδάλων. Για την ενίσχυση της δημοκρατίας και την υπέρβαση της τοξικής αντιπαράθεσης, του κανιβαλισμού και των fake news.
Αν όλα αυτά ισχύουν -και ο κόσμος της Αριστεράς το ξέρει ότι ισχύουν, δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Η κυβέρνηση έχει προκαλέσει εθνικές εκλογές, ζητώντας καθαρή λύση. Με καθαρά ερωτήματα: Για την ηθική της πολιτικής και τη δημοκρατία. Για το μέλλον του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων. Για την ήττα της Ακροδεξιάς. Για την κάθαρση της πολιτικής ζωής και τη θεσμική θωράκιση της διαφάνειας.
Πάμε λοιπόν. Με ψηλά το κεφάλι. Έχοντας την αλήθεια, την πολιτική ηθική και εντιμότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη με το μέρος μας. Και δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα απολύτως.
Είναι γεγονός ότι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι πιο κάτω από τις προσδοκίες του κόσμου της Αριστεράς.
Η διαφορά των εκλογικών ποσοστών ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές είναι μεγάλη και το ποσοστό της Δεξιάς υψηλότερο από το 30%. Αυτό σημαίνει ότι η Ν.Δ. ξεκινά την κούρσα για τις εθνικές εκλογές με ένα σημαντικό προβάδισμα. Και, προφανώς, η Αριστερά πρέπει να επαναπροσδιορίσει, όχι τη στρατηγική της, γιατί αυτή ήταν σωστή, αλλά την τακτική της και την επικοινωνιακή αξιοπιστία της.
Στο πλαίσιο αυτό, η Αριστερά καλείται να ανατρέψει έναν αρκετά δυσμενή συσχετισμό. Και για να το καταφέρει, πρέπει να εργαστεί σοβαρά. Να διερευνήσει τα βασικά αίτια της ήττας, να διαγνώσει τις υποκειμενικές της αδυναμίες, να πάρει σοβαρά μέτρα για την αντιμετώπισή τους και να βελτιώσει τη στρατηγική της απέναντι στον βασικό της αντίπαλο.
Είναι δύσκολο; Ναι, προφανώς είναι. Αλλά θα πρέπει η Αριστερά να καταλάβει ότι έχει ανταποκριθεί σε πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις. Ήταν πολύ δυσκολότερο να διαγράψει την πορεία από το 3,5% στην εκλογική νίκη του 2015. Αλλά το κατάφερε. Και ήταν εκατό φορές πιο δύσκολο να διαχειριστεί πολιτικά τον επώδυνο συμβιβασμό του Ιουλίου του 2015 και το τρίτο Μνημόνιο με τις τέσσερεις διαδοχικές αξιολογήσεις και τη μείωση του χρέους. Και αυτό το κατάφερε. Γι' αυτό, ό,τι και αν γίνει, οι αριστερές και οι αριστεροί, είτε σε επίπεδο βάσης είτε σε επίπεδο ηγεσίας, οφείλουν να θυμούνται πώς έχουμε φτάσει μέχρι εδώ:
Πρώτον: Η Αριστερά τίμησε την εντολή που πήρε από τον ελληνικό λαό, τον Σεπτέμβριο του 2015. Είχε πει ότι θα φέρει εις πέρας το 3ο Μνημόνιο, την τρίτη δέσμη μέτρων που είχε επιβληθεί καταναγκαστικά στη χώρα. Ότι θα πιάσει τους στόχους, φροντίζοντας να επιβαρυνθούν όσο το δυνατόν λιγότερο οι πιο αδύναμοι και αυτοί που σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος της κρίσης. Ότι θα βάλει την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης. Ότι με τη λήξη των προγραμμάτων θα επαναφέρει τη χώρα σε μια κατάσταση κανονικότητας και θα αποκαταστήσει κατά το μέγιστο δυνατόν την εθνική μας κυριαρχία. Και ότι θα ξεκινήσει άμεσα ένα σχέδιο αναδιανομής και ελαφρύνσεων, που θα στοχεύει στους κοινωνικά αδύναμους, αλλά και στην πραγματική οικονομία. Ένα σχέδιο, στην ψήφιση του οποίου σύρθηκε, θέλοντας και μη, η Ν.Δ. Κανείς δεν μπορεί λοιπόν να προσάψει στην Αριστερά ότι άλλαξε γραμμή και ανάλυση, ότι παραιτήθηκε από αυτό που είχε υποσχεθεί, ότι δεν πάλεψε αρκετά τους στόχους της, ότι δεν έκανε αυτό που είχε υποσχεθεί. Και αυτό πρέπει να μην το ξεχνάμε.
Δεύτερον: Η Αριστερά έχει ανασυγκροτήσει τις κοινωνικές της συμμαχίες. Δεν είναι στο 2016, όπου είχε να διαχειριστεί τη διάψευση των προσδοκιών του πρώτου επταμήνου, τον θυμό των απογοητευμένων οπαδών της και τη ρευστοποίηση του κοινωνικού μπλοκ που την στήριξε. Η κυβέρνηση της Αριστεράς πορεύτηκε έναν πολύ δύσκολο δρόμο. Έδωσε σκληρές μάχες, με μικρό πολιτικό αντίκρυσμα. Αλλά μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, η Αριστερά συγκροτεί και πάλι τις κοινωνικές της συμμαχίες Με την έννοια ότι υπάρχουν πλατιά κοινωνικά στρώματα που αυτή τη στιγμή έχουν απόλυτη συνείδηση του ότι τα συμφέροντά τους, στο πλαίσιο μιας δίκαιης ανάπτυξης με καθαρό κοινωνικό πρόσημο, είναι ταυτισμένα με την Αριστερά. Και ότι η επιστροφή της Ν.Δ. στα πράγματα θα σημάνει τεράστια κοινωνική οπισθοδρόμηση.
Τρίτον: Η Αριστερά έδωσε μια έντιμη μάχη. Και ας προσπαθούν να της προσάψουν οι αντίπαλοί της, ότι ενέδωσε στις δικές τους βρόμικες τακτικές. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι, ακόμα και αν κάνει λάθη -γιατί όλοι κάνουν λάθη-, η Αριστερά παραμένει η πιο τίμια και καθαρή πολιτική δύναμη. Δεν τρέφει στους κόλπους της αντιδραστικά φίδια ούτε κλόουν της πολιτικής. Και δεν εξαπολύει εκστρατείες διαστρέβλωσης και μίσους στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν έπεσε στο επίπεδο των αντιπάλων της, που το τελευταίο διάστημα ξεπέρασαν κάθε όριο πολιτικής αλητείας. Και γι' αυτό μπορεί να μιλάει στο όνομα της Δημοκρατίας και του πολιτικού πολιτισμού.
Και τέταρτον: η Αριστερά έχει ένα ξεκάθαρο αφήγημα για την επόμενη μέρα. Μιλά για δίκαιη ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο, για την «Ελλάδα των πολλών». Μιλά για την υπεράσπιση της κοινωνίας από τα θατσερικά και τα πινοσετικά σχέδια του Κ. Μητσοτάκη. Για την εμπέδωση της διαφάνειας και τη διερεύνηση των σκανδάλων. Για την ενίσχυση της δημοκρατίας και την υπέρβαση της τοξικής αντιπαράθεσης, του κανιβαλισμού και των fake news.
Αν όλα αυτά ισχύουν -και ο κόσμος της Αριστεράς το ξέρει ότι ισχύουν, δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Η κυβέρνηση έχει προκαλέσει εθνικές εκλογές, ζητώντας καθαρή λύση. Με καθαρά ερωτήματα: Για την ηθική της πολιτικής και τη δημοκρατία. Για το μέλλον του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων. Για την ήττα της Ακροδεξιάς. Για την κάθαρση της πολιτικής ζωής και τη θεσμική θωράκιση της διαφάνειας.
Πάμε λοιπόν. Με ψηλά το κεφάλι. Έχοντας την αλήθεια, την πολιτική ηθική και εντιμότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη με το μέρος μας. Και δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα απολύτως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.