Ένα πανίσχυρο, αδιαφανές, ανεξέλεγκτο σύστημα εξουσίας, που έχει ως κύριο γνώρισμα την κάθετη ιεραρχική δόμηση, στην κορυφή του οποίου ίσταται ο πανίσχυρος πρωθυπουργός
Επιχειρώ να κρίνω και να συγκρίνω την νέα κυβέρνηση υπό το πρίσμα των συνταγματικών για τη συγκρότησή της προβλέψεων με αποκλειστικό γνώμονα τη διαφύλαξη της δημοκρατικής συγκρότησης της Πολιτείας μας και ειδικά του πολιτειακού οργάνου που ονομάζεται «κυβέρνηση». Κίνητρό μου είναι το πολυπληθές του Υπουργικού Συμβουλίου, ο αριθμός των εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών και ο ρόλος του πρωθυπουργού στο κυβερνητικό αυτό σχήμα.
Πασίγνωστο είναι ότι το σύνταγμα, ως καταστατικός χάρτης της Πολιτείας, ρυθμίζει, οργανώνει και διέπει τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας των πολιτειακών - κρατικών οργάνων. Στο πλαίσιο αυτό, η συγκρότηση, ο τρόπος δόμησης καθώς και η λειτουργία της κυβέρνησης ως πολιτειακού οργάνου υπόκειται σε συγκεκριμένους συνταγματικούς κανόνες και αρχές, σε εναρμόνιση με το ουσιαστικό περιεχόμενο της δημοκρατικής αρχής και της λαϊκής κυριαρχίας (άρθρο 81 και επ. του συντάγματος). Τούτο είναι παγκοίνως γνωστό.
Στο ισχύον συνταγματικό πλαίσιο προβλέπονται δύο βασικά συστήματα οργάνωσης και λειτουργίας της κυβέρνησης:
α) Το Συλλογικό, όπου οι υπουργοί ασκούν ουσιαστικές αρμοδιότητες και ο θεσμικός ρόλος του πρωθυπουργού είναι περισσότερο συντονιστικός, είναι δηλαδή primus inter pares, πρώτος μεταξύ ίσων και β) το πρωθυπουργοκεντρικό, όπου ο πρωθυπουργός καθίσταται primus solus, μόνος πρώτος, διαμορφώνοντας αυτός μόνος την πολιτική βούληση της κυβέρνησης.
Θεωρώ ότι η δομή, η συγκρότηση, η σύνθεση και η λειτουργία της νέας κυβέρνησης και συνακόλουθα ο ρόλος του πρωθυπουργού δεν εντάσσεται ούτε στο πρώτο ούτε στο δεύτερο σύστημα οργάνωσης της κυβέρνησης που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις του συντάγματος.
Και εξηγούμαι:
1) Ο μεγάλος αριθμός των εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών που εξοπλίζονται με ουσιαστικές αρμοδιότητες, χωρίς τη λαϊκή νομιμοποίηση (αφού δεν είναι βουλευτές) και που έχουν ως σημείο αναφοράς αποκλειστικά και μόνο το πρόσωπο του πρωθυπουργού είναι ευθέως αντίθετος με τις συνταγματικές προβλέψεις. Πρέπει να επισημανθεί ότι σε συγκεκριμένα υπουργεία, οι υφυπουργοί θα ασκούν τις πλέον αποφασιστικές αρμοδιότητες καθ’ υπέρβαση των αντίστοιχων υπουργών, από τους οποίους δεν θα ελέγχονται ούτε θα εντέλλονται.
2) Η πλήρης υποβάθμιση των υπουργών, κατά παράβαση των συνταγματικών διατάξεων (άρθρο 82 και 83 του συντάγματος). Στην πραγματικότητα (και τα πρώτα δείγματα γραφής είναι γνωστά), οι υπουργοί από ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί που προΐστανται συγκεκριμένων τομέων της δημόσιας διοίκησης, σύμφωνα με το σύνταγμα, καθίστανται απλοί διεκπεραιωτές των αποφάσεων που λαμβάνονται από το πρωθυπουργικό περιβάλλον. Ο διαρκής εξονυχιστικός έλεγχος των ενεργειών τους από τον «μεγάλο αδελφό», που στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργικό περιβάλλον, σε συνδυασμό με την υποχρέωσή τους να εκτελούν αμελλητί και χωρίς καμία επιφύλαξη τις εντολές του πρωθυπουργικού ιερατείου, συντείνουν στην πλήρη απαξίωση και υποβάθμιση του εκ του συντάγματος προβλεπομένου θεσμικού τους ρόλου. Καθίστανται έτσι «άτυποι σύμβουλοι» ενός διευθύνοντος συμβούλου (!!!) μιας ανώνυμης εταιρείας. Δέον να τονισθεί ότι οι υπουργοί δεν είναι όπως οι αντιδήμαρχοι στους οποίους ο δήμαρχος εκχωρεί αρμοδιότητές του. Οι υπουργοί, σύμφωνα με τις παραπάνω συνταγματικές διατάξεις, επαναλαμβάνω, είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί και ασκούν τις αρμοδιότητες που ορίζει ο νόμος. Δεν εκχωρεί ο πρωθυπουργός προς αυτούς δικές του και εκ του συντάγματος και των νόμων αρμοδιότητες, όπως συμβαίνει με τους υφυπουργούς (άρθρο 83 του συντάγματος).
Με τον τρόπο αυτό η απόλυτα κυριαρχική θέση του πρωθυπουργού, όπως μορφοποιείται, κατά παράβαση, των συναφών διατάξεων του συντάγματος, σηματοδοτεί ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πλήρως προσωποποιημένη υπερσυγκέντρωση της εξουσίας. Το φαινόμενο αυτό αποκλίνει από τον προβλεπόμενο πρωθυπουργοκεντρισμό του συντάγματος και χαρακτηρίζεται πλέον ως πρωθυπουργική μονοκρατία.
Και το ερώτημα τίθεται ανενδοίαστα: Συνάδει, ευθυγραμμίζεται το νοσηρό αυτό φαινόμενο με τις ουσιώδεις εκφάνσεις του σύγχρονου δημοκρατικού πολιτεύματος;
3) Τέλος, η συμμετοχή στην κυβέρνηση ατόμων που εξυπηρετούν συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα δημιουργεί εύλογα το ερώτημα: Πώς αυτό το κυβερνητικό σχήμα θα εξυπηρετήσει, θα πραγματώσει και θα υλοποιήσει το κοινωνικό, λαϊκό ή δημόσιο συμφέρον;
Εκ των ως άνω συνάγεται ότι, στην πραγματικότητα, η κυβερνητική εξουσία θα ασκείται από ένα πανίσχυρο, αδιαφανές, ανεξέλεγκτο σύστημα εξουσίας, που θα έχει ως κύριο γνώρισμα την κάθετη ιεραρχική δόμηση, στην κορυφή του οποίου ίσταται ο πανίσχυρος πρωθυπουργός.
Χωρίς την ύπαρξη θεσμικών ενδοκυβερνητικών αντίβαρων, χωρίς αντισταθμιστικούς μηχανισμούς, το κύκλωμα, το κέντρο αυτό εξουσίας, θα κατολισθαίνει διαρκώς προς τον αυταρχισμό. Θα αναρωτηθεί κάποιος γιατί γράφεται αυτό το κείμενο. Απλώς...
Φοβούμαι ότι η πρωθυπουργική μονοκρατορία βρίσκεται προ των πυλών.
* γράφει ο Αλέξανδρος Χρ. Αυλωνίτης, δικηγόρος, βουλευτής Κέρκυρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων, ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία
Επιχειρώ να κρίνω και να συγκρίνω την νέα κυβέρνηση υπό το πρίσμα των συνταγματικών για τη συγκρότησή της προβλέψεων με αποκλειστικό γνώμονα τη διαφύλαξη της δημοκρατικής συγκρότησης της Πολιτείας μας και ειδικά του πολιτειακού οργάνου που ονομάζεται «κυβέρνηση». Κίνητρό μου είναι το πολυπληθές του Υπουργικού Συμβουλίου, ο αριθμός των εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών και ο ρόλος του πρωθυπουργού στο κυβερνητικό αυτό σχήμα.
Πασίγνωστο είναι ότι το σύνταγμα, ως καταστατικός χάρτης της Πολιτείας, ρυθμίζει, οργανώνει και διέπει τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας των πολιτειακών - κρατικών οργάνων. Στο πλαίσιο αυτό, η συγκρότηση, ο τρόπος δόμησης καθώς και η λειτουργία της κυβέρνησης ως πολιτειακού οργάνου υπόκειται σε συγκεκριμένους συνταγματικούς κανόνες και αρχές, σε εναρμόνιση με το ουσιαστικό περιεχόμενο της δημοκρατικής αρχής και της λαϊκής κυριαρχίας (άρθρο 81 και επ. του συντάγματος). Τούτο είναι παγκοίνως γνωστό.
Στο ισχύον συνταγματικό πλαίσιο προβλέπονται δύο βασικά συστήματα οργάνωσης και λειτουργίας της κυβέρνησης:
α) Το Συλλογικό, όπου οι υπουργοί ασκούν ουσιαστικές αρμοδιότητες και ο θεσμικός ρόλος του πρωθυπουργού είναι περισσότερο συντονιστικός, είναι δηλαδή primus inter pares, πρώτος μεταξύ ίσων και β) το πρωθυπουργοκεντρικό, όπου ο πρωθυπουργός καθίσταται primus solus, μόνος πρώτος, διαμορφώνοντας αυτός μόνος την πολιτική βούληση της κυβέρνησης.
Θεωρώ ότι η δομή, η συγκρότηση, η σύνθεση και η λειτουργία της νέας κυβέρνησης και συνακόλουθα ο ρόλος του πρωθυπουργού δεν εντάσσεται ούτε στο πρώτο ούτε στο δεύτερο σύστημα οργάνωσης της κυβέρνησης που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις του συντάγματος.
Και εξηγούμαι:
1) Ο μεγάλος αριθμός των εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών που εξοπλίζονται με ουσιαστικές αρμοδιότητες, χωρίς τη λαϊκή νομιμοποίηση (αφού δεν είναι βουλευτές) και που έχουν ως σημείο αναφοράς αποκλειστικά και μόνο το πρόσωπο του πρωθυπουργού είναι ευθέως αντίθετος με τις συνταγματικές προβλέψεις. Πρέπει να επισημανθεί ότι σε συγκεκριμένα υπουργεία, οι υφυπουργοί θα ασκούν τις πλέον αποφασιστικές αρμοδιότητες καθ’ υπέρβαση των αντίστοιχων υπουργών, από τους οποίους δεν θα ελέγχονται ούτε θα εντέλλονται.
2) Η πλήρης υποβάθμιση των υπουργών, κατά παράβαση των συνταγματικών διατάξεων (άρθρο 82 και 83 του συντάγματος). Στην πραγματικότητα (και τα πρώτα δείγματα γραφής είναι γνωστά), οι υπουργοί από ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί που προΐστανται συγκεκριμένων τομέων της δημόσιας διοίκησης, σύμφωνα με το σύνταγμα, καθίστανται απλοί διεκπεραιωτές των αποφάσεων που λαμβάνονται από το πρωθυπουργικό περιβάλλον. Ο διαρκής εξονυχιστικός έλεγχος των ενεργειών τους από τον «μεγάλο αδελφό», που στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργικό περιβάλλον, σε συνδυασμό με την υποχρέωσή τους να εκτελούν αμελλητί και χωρίς καμία επιφύλαξη τις εντολές του πρωθυπουργικού ιερατείου, συντείνουν στην πλήρη απαξίωση και υποβάθμιση του εκ του συντάγματος προβλεπομένου θεσμικού τους ρόλου. Καθίστανται έτσι «άτυποι σύμβουλοι» ενός διευθύνοντος συμβούλου (!!!) μιας ανώνυμης εταιρείας. Δέον να τονισθεί ότι οι υπουργοί δεν είναι όπως οι αντιδήμαρχοι στους οποίους ο δήμαρχος εκχωρεί αρμοδιότητές του. Οι υπουργοί, σύμφωνα με τις παραπάνω συνταγματικές διατάξεις, επαναλαμβάνω, είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί και ασκούν τις αρμοδιότητες που ορίζει ο νόμος. Δεν εκχωρεί ο πρωθυπουργός προς αυτούς δικές του και εκ του συντάγματος και των νόμων αρμοδιότητες, όπως συμβαίνει με τους υφυπουργούς (άρθρο 83 του συντάγματος).
Με τον τρόπο αυτό η απόλυτα κυριαρχική θέση του πρωθυπουργού, όπως μορφοποιείται, κατά παράβαση, των συναφών διατάξεων του συντάγματος, σηματοδοτεί ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πλήρως προσωποποιημένη υπερσυγκέντρωση της εξουσίας. Το φαινόμενο αυτό αποκλίνει από τον προβλεπόμενο πρωθυπουργοκεντρισμό του συντάγματος και χαρακτηρίζεται πλέον ως πρωθυπουργική μονοκρατία.
Και το ερώτημα τίθεται ανενδοίαστα: Συνάδει, ευθυγραμμίζεται το νοσηρό αυτό φαινόμενο με τις ουσιώδεις εκφάνσεις του σύγχρονου δημοκρατικού πολιτεύματος;
3) Τέλος, η συμμετοχή στην κυβέρνηση ατόμων που εξυπηρετούν συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα δημιουργεί εύλογα το ερώτημα: Πώς αυτό το κυβερνητικό σχήμα θα εξυπηρετήσει, θα πραγματώσει και θα υλοποιήσει το κοινωνικό, λαϊκό ή δημόσιο συμφέρον;
Εκ των ως άνω συνάγεται ότι, στην πραγματικότητα, η κυβερνητική εξουσία θα ασκείται από ένα πανίσχυρο, αδιαφανές, ανεξέλεγκτο σύστημα εξουσίας, που θα έχει ως κύριο γνώρισμα την κάθετη ιεραρχική δόμηση, στην κορυφή του οποίου ίσταται ο πανίσχυρος πρωθυπουργός.
Χωρίς την ύπαρξη θεσμικών ενδοκυβερνητικών αντίβαρων, χωρίς αντισταθμιστικούς μηχανισμούς, το κύκλωμα, το κέντρο αυτό εξουσίας, θα κατολισθαίνει διαρκώς προς τον αυταρχισμό. Θα αναρωτηθεί κάποιος γιατί γράφεται αυτό το κείμενο. Απλώς...
Φοβούμαι ότι η πρωθυπουργική μονοκρατορία βρίσκεται προ των πυλών.
* γράφει ο Αλέξανδρος Χρ. Αυλωνίτης, δικηγόρος, βουλευτής Κέρκυρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων, ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.