17 Νοε 2019

Δημήτρης Παπαχρήστος: Μισούν το Πολυτεχνείο γιατί το φοβούνται...

- Ο εκφωνητής του Πολυτεχνείου εξηγεί γιατί συνεχίζει να σημαίνει τόσα πολλά για φίλους και εχθρούς της εξέγερσης
- Τι είναι αυτό που ακόμη φοβίζει το κατεστημένο, σχεδόν μισό αιώνα μετά, αλλά και πώς συνδράμει ακόμη στους σημερινούς αγώνες


   Στη “Μουριά” των Εξαρχείων, στο ιστορικό καφέ του Χρήστου, που είναι ανοιχτό από το 1915, στη γωνία Καλλιδρομίου και Χαριλάου Τρικούπη, συναντηθήκαμε, στις 11 το πρωί μιας Τρίτης, με τον Δημήτρη Παπαχρήστο, τη φωνή του Πολυτεχνείου. Τον άνθρωπο που απηύθυνε συνεχώς εκκλήσεις, 17 Νοεμβρίου του ’73, για ν’ αποτρέψει το κακό: «Είμαστε άοπλοι. Είμαστε άοπλοι. Είμαστε άοπλοι. Αδέρφια μας στρατιώτες, δεν θα σηκώσετε όπλο. Δεν θα σηκώσετε και δεν θα πυροβολήσετε. Δεν θα σκοτώσετε τα αδέρφια σας».
   Τελικά το τανκς μπήκε. Σάρωσε την πόρτα του Πολυτεχνείου και τη μερσεντές του πρύτανη που έβαλαν οι φοιτητές ως οδόφραγμα. Η μνήμη όμως δεν μπορεί να καταπλακωθεί όπως μια πόρτα. Διότι, όπως λέει και ο Δ. Παπαχρήστος, «η μνήμη αντιστέκεται σε κάθε φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας».
   Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, εξηγεί γιατί το Πολυτεχνείο συνεχίζει να σημαίνει τόσα πολλά για φίλους και εχθρούς της εξέγερσης. Τι είναι αυτό που ακόμη φοβίζει το κατεστημένο, σχεδόν μισό αιώνα μετά, αλλά και πώς συνδράμει ακόμη στους σημερινούς αγώνες.
   «Το μισούν το Πολυτεχνείο. Το φθονούν, γιατί το φοβούνται! Όπως μας τρομοκρατούν εμάς για να φοβηθούμε, αυτοί φοβούνται την ύπαρξή του», λέει ο Δ. Παπαχρήστος και προσθέτει με πάθος για όσους στρέφονται συλλήβδην εναντίον της γενιάς εκείνης: «Είναι εκεί, όρθιο το Πολυτεχνείο και όλοι να το είχαμε προδώσει, ρε, όλοι, μένει όρθιο ιστορικά και συμβολικά να δείχνει τον δρόμο για τη συνέχεια από εκεί που το αφήσαμε, για εκεί που δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εμείς».
* Πριν λίγες μέρες οι φοιτητές τραγούδησαν έξω από τη Βουλή "Πότε θα κάνει ξαστεριά".
Όταν λέμε Χούντα, νομίζουμε ότι είναι μόνο η δικτατορία, οι στρατιωτικοί. Δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν ο φόβος, ήταν η τρομοκρατία, ήταν η απαγόρευση, ήταν η λογοκρισία. Είναι άλλα κομμάτια αυτά, που μας αγγίζανε. Ακόμα και βιβλία ήταν παράνομα. Ακόμα και τραγούδια του Θεοδωράκη ήταν παράνομα. Ακόμα και οι ταινίες που παιχτήκανε εκείνον τον καιρό, που είχαν έρθει από την Αμερική.
Όταν λέμε Χούντα, νομίζουμε ότι είναι μόνο η δικτατορία, οι στρατιωτικοί. Δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν ο φόβος, ήταν η τρομοκρατία, ήταν η απαγόρευση, ήταν η λογοκρισία.
Είναι άλλα κομμάτια αυτά, που μας αγγίζανε. Ακόμα και βιβλία ήταν παράνομα.
Ακόμα και τραγούδια του Θεοδωράκη ήταν παράνομα. Ακόμα και οι ταινίες που παιχτήκανε εκείνον τον καιρό
Το "Φράουλες και αίμα" πήγαμε να το δούμε στο “Στούντιο” και το κατεβάσανε την άλλη μέρα. Μπαίνανε μπάτσοι και αστυνομικοί με πολιτικά μέσα σε θέατρα, όπως ήταν το Ελεύθερο Θέατρο και διάφορα άλλα είχαν συμβεί. Δηλαδή το τραγούδι, η παρανομία του, μας έκανε κι εμάς να ερεθιζόμαστε, ρε παιδί μου, να προκαλούμε τραγουδώντας. Το Πολυτεχνείο δεν ήταν μια απλή ιστορία. Ήταν ένα γεγονός που τραγουδάγαμε, ερωτευόμασταν, φωνάζαμε συνθήματα. Είχε έρθει ο Ξυλούρης και με βλέπει και με ρωτάει, γιατί τον ήξερα τον Νίκο, "εγώ τι να κάνω εδώ;" και λέω: "τι άλλο μπορείς να κάνεις, ρε Νίκο; Να τραγουδήσεις μπροστά στην πύλη". Καταλαβαίνεις ότι το τραγούδι γινόταν γροθιά.
Χαίρομαι που τα παιδιά τραγούδησαν το “Πότε θα κάνει ξαστεριά”. Διότι εγώ πιστεύω πως τη σήμερον ημέρα, έχουμε μια ολιγαρχική αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η οποία έχει γίνει λάστιχο. Την έχουν φέρει στα μέτρα τους και την ίδια στιγμή ένα πουκάμισο αδειανό. Διότι δεν έχει ενεργούς πολίτες.

* Όπως λένε, η Ιστορία κάνει κύκλους.
Δεν έχουμε απομιμήσεις ή μιμήσεις της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Αυτό είναι και γελοίο. Ούτε μπορεί να γίνει. Μπορούν να γίνουν άλλα πράγματα. Το Πολυτεχνείο θα υπάρχει πάντα στο βάθος. Σαν παράδοση. Σαν σταθμός ανεφοδιασμού. Για μας, ώστε να γλείψουμε τις πληγές μας, και για τους άλλους, ώστε να εκτιναχθούν στο μέλλον.

* Τη ζωή που κάνουμε σήμερα πώς τη βλέπετε;
Το παρόν γίνεται μια μαύρη τρύπα που μας ρουφάει όλους και ρουφάει και το παρελθόν και το μέλλον. Διότι ο καθένας σκέπτεται κάθε μέρα πώς θα ζήσει. Να βγάλει το μεροκάματό του, να πληρώσει λογαριασμούς. Δηλαδή δημιουργείται ένα κενό. Δεν υπάρχει χειρότερη δικτατορία από τη δικτατορία της ανάγκης. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ' το να ζεις για την επιβίωση. Άρα σου στερεί το δικαίωμα στη ζωή. Σου στερεί το δικαίωμα στον έρωτα, στην ομορφιά, στο να απολαύσεις το διπλανό πράγμα που το βλέπεις ή τον διπλανό άνθρωπο. Και μπαίνουν σιγά - σιγά στη θεωρία, “ο σώζων εαυτόν σωθήτω”. Απαξιώνουν την πολιτική. «Α! Όλοι το ίδιο είναι και αν δεν είναι, θα γίνουν».

* Γιατί, 46 χρόνια μετά, σχεδόν μισό αιώνα μετά, η μνήμη του Πολυτεχνείου παραμένει ενεργός και οι πολίτες, η κοινωνία το συζητά και δεν το σβήνει από τη μνήμη της; Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια να το σβήσουν.
Το Πολυτεχνείο πλέον είναι ένα ιστορικό γεγονός. Κι εμείς που κάναμε το Πολυτεχνείο δεν ξέραμε ότι γράφαμε Ιστορία. Έγινε όμως και σύμβολο. Λειτουργεί συμβολικά στα νέα παιδιά. Είναι αυτό που θα θέλανε να κάνουν. Την ίδια στιγμή, το Πολυτεχνείο συνέδεσε την Ιστορία της πατρίδας μας. Όταν έγινε η πρώτη επέτειος, ήταν η πρώτη φορά που η διαδήλωση έφυγε από το Πολυτεχνείο, πέρασε στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και κατέληξε στην Καισαριανή. Εκεί ακούστηκε το σύνθημα “ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - Πολυτεχνείο”. Άρα το Πολυτεχνείο είναι η τιμή και η αξιοπρέπεια της πατρίδας μας, γιατί η νεολαία εκείνη της εποχής ξέπλυνε και την ντροπή των γονιών της που ανέχτηκαν τη Χούντα παθητικά έξι χρόνια. Εμείς γίναμε η σπίθα που άναψε φωτιά. Θα καιγόταν το σύμπαν. Δημιουργικά. Γιατί οι 50.000 που ήταν απ’ έξω δίνανε και τη ζωή τους. Νέα παιδιά, μαθητές που σκοτωθήκαν κιόλας! Εργάτες, αυτοί οι λίγοι. Μειοψηφία ήμασταν. Και να ξέρεις, η μειοψηφία είναι το αλάτι και της ζωής και της γης ολόκληρης.
Η μνήμη αντιστέκεται σε κάθε φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας. Το δηλώνω κατηγορηματικά, να το ακούσουν αυτοί οι ρουφιάνοι που λένε “α, λέει, οι φοιτητές είπαν το τανκς να μπει μέσα”. Μπροστά ήμουνα. Όταν είπα τον Εθνικό Ύμνο και κατέβηκα να δω τι γίνεται. Είδα τον Σταμέλο τον Κυριάκο απάνω με το πουκάμισο το λευκό, είδα τον Λαλιώτη να πηδάει απ’ έξω. Ήμουν παρών όταν τους είχαν στείλει συντονιστική επιτροπή για διαπραγματεύσεις. Και άκουσα “ο στρατός δεν διαπραγματεύεται”. Κι ήμουν παρών όταν έμπαινε το τανκς. Είδα τα παιδιά που ήταν απάνω στα κάγκελα. Είδα κοπέλες, ρε παιδί μου, που είχαν πετάξει τα στήθια τους έξω. Φώναζαν συνθήματα και να είναι μπάτσοι απέξω να 'χουν σκυλιάσει και τα παιδάκια, οι φαντάροι, γι’ αυτό φώναζα «αδέρφια μας φαντάροι», κρατούσαν το όπλο λες και τους είχε πέσει το πουλί.
Κι όταν με βούτηξε ένας όταν βγήκαμε έξω, λέω “αμάν, την έβαψα”. Πέρασε ένας όμως στη σημερινή ηλικία τη δική μου και του είπαν «έλα εδώ, ρε πουστόγερε, τι θέλεις εδώ;». Και τον βούτηξαν κι έτσι έφυγα σφαίρα και μπήκα μέσα στους φοιτητές για να βρεθώ στου διαόλου τη μάνα πάνω σε μια πολυκατοικία, όπου ανοίξανε οι πόρτες. Ανάψανε τα φώτα. Μπήκα σε σπίτι που με περιθάλψανε και ήταν ακόμη 20 φοιτητές μέσα.
Το μισούν το Πολυτεχνείο. Το φθονούν γιατί το φοβούνται! Όπως τρομοκρατούν εμάς για να φοβηθούμε, αυτοί φοβούνται την ύπαρξή του. Είναι εκεί, όρθιο και όλοι να το είχαμε προδώσει, ρε, όλοι, μένει όρθιο ιστορικά και συμβολικά να δείχνει τον δρόμο για τη συνέχεια από εκεί που το αφήσαμε, για εκεί που δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εμείς.

* Πώς φτάσατε να συμμετάσχετε στην εξέγερση;
Εγώ είμαι από τη Βόρεια Εύβοια, από τον Άη Γιώργη Ιστιαίας Ευβοίας. Ένα χωριό το οποίο είχε πολλούς πρόσφυγες. Από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία, μέχρι κι απ’ τη Θράκη. Μικρό παιδί, δεν ήμουν από τα καλύτερα παιδιά. Αλλά μ’ έτρωγε το ν’ ακούω, το να βλέπω και να μαθαίνω. Μέσα στα καφενεία ήταν το σχολείο μου. Ν’ ακούς τον μπαρμπα-Σάββα τώρα, τον Τρύφωνα, που λέγανε για την πατρίδα τους, για εκεί που ξεριζωθήκανε.
Στην αρχή, στο σχολείο, γελάσαμε και χαρήκαμε που έγινε η Χούντα, γιατί μας διώξανε από το σχολείο. Αυτή ήταν, δηλαδή, η αίσθηση. Μέσα σ’ ένα χρόνο που πέρασα στην Ανωτάτη Εμπορική είδα το σκοτάδι. Τους καθηγητές. Εκεί κατάλαβα ότι υπάρχουν φοιτητές που είναι οι μπάτσοι. Μας παρακολουθούσανε. Γένια, μαλλιά. Αυτό ήταν επαναστατικό από μόνο του, διότι σηματοδοτούσε τους νέους σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Αμερική. Το ροκ. Την αμφισβήτηση. Βλέπαμε και την τρομοκρατία μέσα στην ίδια μας τη σχολή. Είχαμε τους διορισμένους, τους εγκάθετους.
Με τον Μάκη τον Μπαλαούρα ξεκινήσαμε να μαζεύουμε υπογραφές και με τ’ άλλα τα παιδιά μετά. Να πάμε στα Πρωτοδικεία. Να μας κυνηγάνε, να μας πιάνουν, να μας συλλαμβάνουνε. Να πέφτει το ξύλο. Και μετά πέσανε και βασανιστήρια. Μας κάνανε παραπάνω από αυτό που ήμασταν αριστεροί. Πρέπει να ευγνωμονήσουμε τη Χούντα που μας έκανε ανθρώπους. Αυτά τα καθάρματα.
Αυθόρμητα, αλλά μπασμένοι από το '72- '71 και από τη στιγμή που είχαν τελειώσει, υποτίθεται, με τις οργανώσεις που βάζανε μπόμπες και προκηρύξεις, από παρέες γίναμε ομάδες, φτιάξαμε τις φοιτητικές επιτροπές αγώνα μέσα στα πανεπιστήμια, γίνανε τοπικοί σύλλογοι, γνωριστήκαμε μεταξύ μας και δημιουργήθηκε κίνημα, παρακαλώ. Το αυθόρμητο αυτοοργανώθηκε μέσα στο Πολυτεχνείο. Δεν έκανε ο καθένας ό,τι ήθελε. Φτιάξαμε άμεση δημοκρατία στις συνελεύσεις, αιρετούς και ανακλητούς εκπροσώπους, δημιουργήσαμε τον σταθμό, φαρμακείο, στην πύλη φρουρά, φαγητό. Να, η Μαρία η Σύρη. Άκουγε τη φωνή μου και λέει “αμάν, δεν ακούγεται” , πήγε κι έβρασε φακές κι έφερε το ζουμί για να το πιω σαν να ήταν τσάι. Αυτό το κορίτσι από τη Χίο, στη Φιλοσοφική ήταν.
Αυθόρμητα ο καθένας προσέφερε αυτό που ήθελε ή μπορούσε. Αυτό δεν είναι μεγάλη υπόθεση; Ε, βάλτε το στον καθέναν ξεχωριστά. Είτε ήταν σύνθημα, είτε ήταν απ’ έξω, είτε ήταν από μέσα. Αυτά μόνο μια εξέγερση μπορεί να τα προκαλέσει. Να ενεργοποιήσει τον καθένα. Το Πολυτεχνείο ήταν μια πραγματικότητα πάνω απ’ όλα. Ότι μπορεί να έχουμε άμεση δημοκρατία. Να λειτουργούμε και να συνυπάρχουμε κι έγινε μια μεγάλη κομμούνα των 5.000 ανθρώπων εκείνες τις μέρες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση εκφράζουν ΜΟΝΟ τις απόψεις των αναγνωστών που τις δημοσιεύουν.
O "Τηλεβόας" σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά προτιμά τα ελληνικά και όχι τα greeklish, το χιούμορ και όχι τις ύβρεις.
Επίσης, επειδή πιστεύει στη δύναμη του διαλόγου, αλλά όχι στην εμπαθή και στείρα αντιπαράθεση μόνο για το θεαθήναι, διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια που είναι υπέρ το δέον υβριστικά ή άσχετα με το άρθρο.